Η Ανακασιά βρίσκεται δυτικά πριν τον Άνω Βόλο. Για την προέλευση του τοπωνυμίου της έχουν διατυπωθεί αρκετές απόψεις. Σύμφωνα με αυτές το όνομα μπορεί να προήλθε:
• Από τον Άκαστο, γιό του βασιλιά της Ιωλκού Πελία.
• Από τη λέξη ανακαθισιά → ανακατ’σιά που δηλώνει “τόπο στα ψηλά, όπου εγκαταστάθηκαν νεόφερτοι”.
• Από τη λέξη αναγκασιά,γιατί τα χρόνια της Τουρκοκρατίας, οι κάτοικοι της περιοχής περνούσαν από εκεί αναγκαστικά για την πληρωμή των φόρων.
Aπό το 1991 αποτελεί την έδρα του Δήμου Ιωλκού. Ιδιαίτερο σημείο αναφοράς της αποτελεί το καταστόλιστο από το 1912 με τοιχογραφίες του λαϊκού ζωγράφου Theophilusσπίτι του Γιάννη Κοντού, Από το 1981 λειτουργεί ως Theophilos Museu.
H εκκλησία του Αγίου Ιωάννη de Προδρόμου βρίσκεται στην Ανακασιά και είναι ο Μητροπολιτικός Ναός του Δήμου Ιωλκού. Queimado muitas vezes pelos turcos para reconstruir após mais impor qualquer incêndio. A última construção durou até os terremotos destrutivos dos anos 1955-1956, quando a igreja de S. João de ANAKASIA fatalmente ferido. Αφού προηγουμένως επιδιορθώθηκε το κωδωνοστάσιο, οι καμπάνες του ξαναχτύπησαν το 1960. Οι εργασίες ανακατασκευής χωρίς να πειραχτεί η στέγη και το εσωτερικό του κράτησαν δύο χρόνια, από το 1965-67.
O ναός είναι ρυθμού Βασιλικής τρίκλιτος. Δύο σειρές από τρεις κολώνες χωρίζουν το ναό σε τρία κλίτη. Είναι ένα ορθογώνιο οικοδόμημα με σκεπή, χωρίς τρούλο όπως οι Βυζαντινοί ναοί.
Oι παλιές αγιογραφίες στην οροφή και οι μεγάλων διαστάσεων φορητές εικόνες, είναι εξαιρετικής τέχνης. Στο πάνω μέρος της εικόνας της αποτομής της κεφαλής του Αγίου σ’ ένα μεγάλο τραπέζι απεικονίζονται πολλοί συνδαιτυμόνες. Μεταξύ τους ο Ηρώδης και η Ηρωδιάδα. Στο κέντρο της εικόνας υπάρχει ο δήμιος, μεγαλόσωμος, με άγρια όψη, que a mão esquerda segura a cabeça do santo e à direita uma espada sangrenta. Adjacente é Salomé, que mantém um disco em que você colocou a cabeça de João Batista.
Mέσα στο ναό κυριαρχεί μια αρχοντική όψη με γύψινα σκαλίσματα. Οι παλιότεροι έδειχναν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τον ιερό αυτό χώρο γιατί είναι ένα πραγματικό καλλιτέχνημα.
Tο τέμπλο, το δεσποτικό και ο άμβωνας είναι ξύλινοι, ξυλόγλυπτοι χρώματος καφέ και η κατασκευή τους χρονολογείται στην τελευταία ανακατασκευή του ναού (1850). Στο επάνω μέρος του άμβωνα και του δεσποτικού υπάρχουν σκαλιστά φύλλα, αναρριχητικών φυτών και παραδείσια πτηνά επιχρυσωμένα, όπως επιχρυσωμένο είναι το άνω μέρος από τις κολώνες που χωρίζουν τα κλίτη.
Tum Ανωβολιώτικα χωριά είναι τα πρώτα που συναντά ο επισκέπτης του Πηλίου που σε σαγηνεύουν και προσφέρουν μοναδικές στιγμές απόδρασης από το βουητό της μεγαλούπολης. Com duas rodas motrizes ou com o cenário é idílico, com as constantes mudanças de mansões caiados dos moradores brancos, τη λαξεμένη και πανέμορφη γκρίζα πηλιορείτικη πλάκα.
Aρχίζεις και νιώθεις όσο ανεβαίνεις, το σφυγμό του βουνού των Κενταύρων. Αρχίζουν να ξετυλίγονται καρέ-καρέ οι παραδόσεις και οι μύθοι που συνοδεύουν τη περιοχή και γίνεσαι μύστης αυτής της απαράμιλλης ομορφιάς. Τον 3οBC. αιώνα ο Μακεδόνας βασιλιάς Δημήτριος ο Πολιορκητής για την αποτελεσματικότερη διοίκηση του κράτους του αποφάσισε την ίδρυση νέας πρωτεύουσας στον μυχό του Παγασητικού. Η πόλη ονομάστηκε Δημητριάς. Πρώτο μέλημά του ήταν η οχύρωσή της με ισχυρά τείχη και εξελίχτηκε με τον καιρό σε διεθνές εμπορικό λιμάνι.
Aνάμεσα στο Βόλο και τη Δημητριάδα αρραγής συνδετικός κρίκος είναι ο Δήμος Ιωλκού. Οι κάτοικοι του σημερινού Δήμου Ιωλκού, σύμφωνα με τα ιστορικά στοιχεία είναι οι απόγονοι των τελευταίων κατοίκων της Δημητριάδας. Quando o 1423 η Θεσσαλία καταλήφθηκε από τις ορδές του Τουρχάν Βέη, στρατηγό του Μουράτ Β’, οι Οθωμανοί έδιωξαν από το “Κάστρο” του Γόλου τους Έλληνες και εγκαταστάθηκαν εκεί γιατί ο χώρος παρείχε ασφάλεια. Εκεί κατοίκησαν και Τούρκοι έποικοι που μεταφέρθηκαν από την Ασία. Nestes colonos eram vários dos mais férteis terrenos agrícolas na área circundante.
Oj perseguidos gregos se estabeleceram na periferia oeste de Pelion onde trouxeram suas famílias e domicílios. Eles construíram casas e igrejas, φύτεψαν δένδρα και έφεραν νερό από το βουνό. Οι ασχολίες τους συνεχίστηκαν χωρίς διακοπή καλλιεργώντας τα κτήματα που τους απέμειναν - και ήταν πολλά σε ολόκληρη τη λεκάνη του σημερινού Βόλου. Η ονομασία των οικισμών αυτών ήταν Γόλος ή Βόλος, μια ανθηρή οικονομικά και πολιτικά κοινωνία, ιδίως κατά τον 19ο αιώνα.

























